Τόμας Μαν-Θάνατος στη Βενετία(απόσπασμα)




“....Μόλις ο υπάλληλος του ξενοδοχείου έφυγε, ο Άχενμπαχ πήγε σ' ένα παράθυρο, κ' ενώ έμπαζαν και ταχτοποιούσαν, πίσω από την πλάτη του, τις αποσκευές μέσα στο δωμάτιο, κοίταξε έξω, πάνω στην απομεσημεριάτικη, άδεια από ανθρώπους σχεδόν, αμμουδιά, και στην ανήλιαγη θάλασσα, που φούσκωνε και χαμήλωνε, στέλνωντας τα κύματά της να χτυπούν με ήρεμο, κανονικό ρυθμό πάνω στην ακτή.
Οι παρατηρήσεις και τα φερσίματα του ανθρώπου που είναι μόνος και δε μιλά είναι πιο ρευστά και, συνάμα, πιο έντονα, από κείνα του ανθρώπου που βρίσκεται με συντροφιά, οι σκέψεις του είναι πιο σοβαρές, πιο παράξενες, κι όχι δίχως κάποια χροιά μελαγχολίας. Εικόνες κι αντιλήψεις, που μ' ένα βλέμμα, ένα γέλιο, μια ανταλλαγή γνωμών, θα τελείωναν γρήγορα, τον απασχολούν υπερβολικά, και γίνονται βαθύτερες μέσα στη σιωπή, γίνονται σπουδαίες, βίωμα, περιπέτεια, αίσθημα. Η μοναξιά γεννά το πρωτότυπο, το τολμηρά, και παράξενα ωραίο, το ποίημα. Μα η μοναξιά γεννά και το αντίθετο, το ασύμμετρο, το παράλογο και το ανεπίτρεπτο...”