Άλλο
ένα κουνούπι που μπήκε στο Γραφείο
του
Πραξιτέλη Πολλάκη

Μια
φορά κι έναν καιρό, κάπου στο βάθος του
διαστήματος, υπήρχε ένας πλανήτης
γεμάτος κουνούπια. Υπήρχα κι άλλα ζώα,
μύγες, κατσαρίδες, σκαθάρια, αλλά κυρίως
κουνούπια. Τα κουνούπια οργάνωναν τα
πάντα. Ήταν το κυριότερο είδος, βλέπεις...
Είχαν δουλειές, σπίτια, δικαιώματα,
τεράστιες κοινωνίες που κινούνταν
γρήγορα, υποδουλωμένες στο καλοκουρδισμένο
ρολόι της ρουτίνας. Κυβερνήσεις ολόκληρες,
περίεργα παιχνίδια, νόμους, όλα όσα
χρειάζεται ένα κουνούπι για να κινείται
κάτω από το καλοκουρδισμένο ρολόι της
ρουτίνας. Και η ζωή κυλούσε ήσυχα, έκανε
κύκλους. Αέναους κύκλους όπως ακριβώς
προφητεύτηκε από τον Νίτσε...Εχμ...
Εννοώ... Έναν παράξενο κούνουπο με
μουστάκι.
Όλα
ήταν τόσο καλά οργανωμένα, η εκπαίδευση,
οι συναλλαγές τους. Ναι έκαναν συναλλαγές!
Ολόκληρο οικονομικό σύστημα! Δεν ήταν
και πολύπλοκο: “Αυτός που έπινε το
περισσότερο αίμα ήταν ο πλουσιότερος”.
Κι όλοι το είχανε δεχτεί, ξέρανε, “Για
να είμαι μεγαλύτερο κουνούπι και
δυνατότερο από τα άλλα, θα πρέπει να
πίνω αίμα με τη σέσουλα”. Και δώσ’ του
να πίνουν αίμα τα κουνούπια και να μην
υπολογίζουν, ενώ ταυτόχρονα γινόταν
χαμός.
Τα
“κουνούπια του Θεού” κήρυτταν πίστη
στο Αεροζόλ, οι κουνουποκράτορες
υπόσχονταν αίμα,(ενώ αυτοί το πίνανε
κρυφά), τα Μέσα Μαζικής Απεντόμωσης
διέδιδαν τα νέα ασταμάτητα με μαεστρία.
Η κοινωνία, μπορεί από μακριά να κινούνταν
ρυθμικά, όμως αν έπαιρνες ένα μεγεθυντικό
φακό κι έριχνες μια ματιά (πάντα με
προσοχή να μην καεί καμιά πολιτεία) θα
διέκρινες ένα πανικό να διαχέεται παντού
και τα σβουρίσματα των κουνουπιών θα
σου προκαλούσαν μεγάλους εφιάλτες. (Αν
σε άφηναν να κοιμηθείς.) Κι εκεί, στο
μπούσουλα της εποχής, μπούκαρε ένα
κουνούπι σε ένα γραφείο και φώναξε στον
κόσμο:
-Παιδιά!
Όλοι
σταμάτησαν να κινούνται. Τον κοίταξαν
σιωπηλοί.
-Τι;
-Εύρηκα!
Βρήκα τη λύση! Άδικα δουλεύουμε και
τσακωνόμαστε!
Ένας
ψίθυρος ακούστηκε αριστερά στο γραφείο.
(Πάντα κάτι ακούγεται)
-Σκάστε!
Άδικα ο μπούσουλας, κουνούπια θα είμαστε
μια ζωή! Άλλο είναι που πρέπει να δούμε,
κάτι άλλο έρχεται στο μέλλον!
Ακούστηκε
μια φωνή.
-Ε,
πες βρε αδερφέ και μας ζάλισες τον έρωτα.
-Η
λύση είναι το Αν!
Ξάφνου
πανικός! Φωνές! Άκουγες να αναρωτιούνται,
“Αν; Τι είναι αυτό το αν;”, “τι θέλει
αυτός ο τύπος μεσημεριάτικα κι έχει
Ρέζους αρνητικό στο σπίτι;”, “μας μιλάει
για Αν και βλακείες και δεν έχει ένα
φτερό της προκοπής να βάλει!”. Κι έτσι
τον έδιωξαν κακήν κακώς...
Και
μπορεί να φάνηκε έτσι, πως κανείς δεν
έδωσε βάση, αλλά όλοι έκατσαν μετά στις
τρύπες τους και το σκέφτηκαν. “Μήπως
αυτό το Αν, είναι πραγματικά η αλήθεια;”,
“Μήπως βλέπουμε μόνο τη φλέβα και
ξεχνάμε το σώμα;”. Το μελετούσαν οι
κουνουπολόγοι ενώ τα πράγματα προσπαθούσαν
να συνεχίσουν φυσιολογικά.
Τίποτα,
όμως δε συνέχισε φυσιολογικά. Προκαλούνταν
σιγά-σιγά, μέρα με τη μέρα, μια αναταραχή,
ένα ελαφρύ τράνταγμα, σαν καζάνι που
άρχιζε να βράζει. Μέχρι που, ξαφνικά,
έσκασε το καζάνι κι άρχισαν να βγαίνουν
στους δρόμους κουνούπια, που κι αυτά με
τη σειρά τους έλεγαν “Αν”! Η άρχουσα
τάξη, οι θεσμοί κλονίστηκαν. Διώχθηκε
η απειλή του Αν. Οι γονείς 'κλείναν τα
αυτιά των παιδιών, τα ΜΜΑ έπαιζαν σε
επανάληψη τον ξυλοδαρμό που υπέστη
κάποιος που προσπάθησε να εμποδίσει
έναν Ανίτη, τα “κουνούπια του θεού”
απειλούσαν με Αεροζόλ, ο κακός χαμός!
Πόλεμος! Το γιουσουρούμ ξεκίνησε! Από
μακριά ήσυχα, μεγεθυντικός φακός και
μπούσουλας. Γράφτηκαν βιβλία, εξώφυλλα
που προσπαθούσαν να εξηγήσουν το πρώτο
“Αν”, που είπε ο φουκαράς κούνουπος.
Έπρεπε οπωσδήποτε να του βάλουν όρια!
Να γίνει κανόνας μέσα σε αυτό τον αέναο
κύκλο. Με ότι μέσω χρειαστεί, εν ανάγκη
και τον πόλεμο. Να αρχίσουν να υπάρχουν
δικαιώματα, να κατανοήσουν, να υπάρξει
Αν. Άλλωστε, είδαν το μέλλον τους και
πανικοβλήθηκαν...
Και
τότε οι κουνουποκράτορες βγήκαν: ”Άντε!
Κότσαρε το όπως-όπως, μοίρασε λίγο αίμα
και όλα κομπλέ”. Κι έτσι επιτέλους! Το
περίφημο “Αν” εντάχθηκε όπως του
έπρεπε... Και βρουμ βρουμ ο αιώνιος αυτός
τροχός...
Εκεί
τα πράγματα ησύχασαν για λίγο. Ξανά
ηρεμία στον κόσμο των κουνουπιών.
Αγαπημένοι όλοι και κυρίως μαστουρωμένοι
από το μεγάλο φιδάκι μόνιασαν. Άρχισαν
να παίζουν, πάλι γεμάτες θαλπωρή, οι
τηλεοράσεις και να μαζεύονται αυτά σα
διαολεμένα μπροστά τους. Έπεφτε το βράδυ
και γύριζαν στους δρόμους. Όπου έβλεπαν
φως πήγαιναν. Δεν έκαναν τίποτα. Όλα
ήταν αρμονικά, ειρηνικά και τίμια (όπως
πρέπει να είναι για ένα κουνούπι). Και
το Αν, πλέον, ήταν κομμάτι ομοιόμορφο
στο παζλ. Δεν έδειχνε να ξενίζει. Γίναν
διατριβές γι αυτό και το είχαν πια
μαστεράρει, τοποθετημένο στη θέση του.
Άλλωστε δεν ήταν η πρώτη αναταραχή για
το καλό τους. Ούτε η τελευταία...
Κουνούπια
στην ανία, στα ψυχολογικά. Η ματαιοδοξία
τα διακατείχε. Τι έγινε όμως; Το αίμα
δεν μοιράζονταν σωστά; Το Αεροζόλ
τελείωσε; Τα μπιζ που κάνανε ήταν πολλά;
Κάτι συνέβαινε και μάλιστα περίεργο.
Γιατί
το Αν τα συνετάραξε; Πόσοι προσπαθούσαν
να φέρουν το μέλλον, σαν το τύπο που είπε
το Αν; Πόσοι πιο πριν; Από τους αρχαίους
κούνουπους μέχρι εκείνη τη μέρα, έψαχναν
λύση και ακόμα δεν είχε βρεθεί. Γιατί;
Που ήταν η Ουτοπία; Το σωστό μέλλον; Τι
δεν βλέπανε; Ποια ήταν η Αλήθεια, τα
ποδαράκια μου μέσα! Μήπως ήταν η αλυσίδα;
Η αλυσίδα που προσπαθούσαν όλοι να
ενώσουν, αυτοί που ήθελαν να φτάσουν
στην Αλήθεια;
Και
ξαφνικά, σαν αστραπή, εκείνη την στιγμή,
βούτηξε ένα ιδρωμένο κουνούπι πάλι στο
γραφείο και ξεφώνισε:
-Παιδιά!
Γύρισαν
τα κουνούπια ζαλισμένα όπως είχαν
καταντήσει.
-Τι;
Υπήρξε
αναταραχή.
-Σκάστε
όλοι! Βρήκα την λύση! Ήταν μπροστά μας
τόσο καιρό αλλά τα κάναμε σκατά! Τα
κάνουμε πάντα σκατά! Είμαστε ηλίθια με
το να ασχολούμαστε με την πάρτη μας και
όχι με την Αλήθεια!
Ακούστηκε
μια ειρωνική φωνή.
-Καλά
αυτός μας ήρθε πιο ψαγμένος από τους
προηγούμενους.
-Δεν
ξέρω, όμως, αν προλαβαίνουμε!
-Ε
πες βρε πυροβολημένε κι εσύ!
-Η
λύση είναι Θρω!
Τα
κουνούπια είχαν γουρλώσει τα μάτια
τους.
-ΘΡΩ;
Και
κει που πήγαν να ξεκινήσουν πάλι το
τρέξιμο και την ανούσια πάλη, τον πόλεμο,
τη ζάλη και τον αιώνιο κύκλο, μια τεράστια
παλάμη έσκασε από τον ουρανό, τα ζούληξε
όλα και ψόφησαν!
Συνειδητοποίησαν.
Ήταν μπροστά τους... Άν-θρω-πος.