Λέων Τολστόι
"Ο Θάνατος του Ιβάν Ιλίτς".
Απόσπασμα
"...Ο πόνος δυνάμωσε πάλι, εκείνος όμως δε σάλεψε, δε φώναξε. Έλεγε μέσα του: “Άντε πάλι, χτύπα λοιπόν! Μα γιατί; Τι σου έκανα, γιατί;”.
Έπειτα ησύχασε, έπαψε όχι μόνο να κλαίει αλλά και να ανασαίνει, και βάλθηκε πολύ προσεκτικά να αφουγκράζεται όχι μια φωνή που μιλούσε με ήχους, αλλά τη φωνή της ψυχής, την πορεία των σκέψεων που αναδύονταν μέσα του.
“Τι χρειάζεσαι;” ήταν η πρώτη σαφής, ικανή να εκφραστεί με λόγια έννοια που άκουσε. “Τι χρειάζεσαι; Τι χρειάζεσαι;” επαναλάμβανε μέσα του. “Τι; Να μην υποφέρω. Να ζήσω” αποκρίθηκε.
Και πάλι συγκέντρωσε όλη του την προσοχή με τόση ένταση που ούτε καν ο πόνος δεν μπορούσε να τον αποσπάσει από το έργο του.
“Να ζήσεις; Πώς να ζήσεις;” ρώτησε η φωνή της ψυχής.
“Ναι, να ζήσω όπως ζούσα πριν: ωραία, ευχάριστα”.
“Πως ζούσες πριν, ωραία και ευχάριστα;” ρώτησε η φωνή. Και τότε εκείνος άρχισε να αναπολεί τις καλύτερες στιγμές της ευχάριστης ζωής του. Αλλά -τι παράδοξο!- όλες εκείνες οι καλύτερες στιγμές της ευχάριστης ζωής τώρα του φαίνονταν ολότελα διαφορετικές απ' ό,τι τότε..." Ολόκληρο το απόσπασμα>>
